Άρθρα

 / Άρθρα / Πώς συνδέεται ο έρωτας με τη σχέση με τους γονείς μας;

Πώς συνδέεται ο έρωτας με τη σχέση με τους γονείς μας;

couple

O John Bowlby και η Μary Ainsworth ήταν από τους πρώτους επιστήμονες που προσπάθησαν να αποσαφηνίσουν τη σχέση ενός παιδιού με τους γονείς του. Σε μία σειρά πειραμάτων που διεξήγαγαν, τα παιδιά έρχονταν αντιμέτωπα με τον αποχωρισμό τους από ένα γονέα και οι αντιδράσεις τους καταγράφηκαν και συστηματοποιήθηκαν σε ένα θεωρητικό μοντέλο που ονομάστηκε θεωρία δεσμού.
Αυτή η θεωρία εξηγεί πως οι άνθρωποι έχουμε διαφορετικές προσδοκίες και πεποιθήσεις ως προς το κατά πόσο οι φροντιστές μας ή οι σημαντικοί άλλοι είναι διαθέσιμοι για εμάς, πρόθυμοι να μας φροντίσουν ή να μας εγκαταλείψουν και φυσικά, πως εμείς αντιδράμε όταν αναλογιζόμαστε τις παραπάνω πιθανότητες. Ο τύπος δεσμού που συνάπτουμε με τους σημαντικούς ανθρώπους γύρω μας φαίνεται να είναι σχετικά σταθερός από τη νηπιακή ηλικία μέχρι την ενήλικη ζωή και επηρεάζει σημαντικά τη σχέση που θα αναπτύξουμε με τον ερωτικό μας σύντροφο. Αυτό φαίνεται να ισχύει σε ολόκληρο το φάσμα των ερωτικών σχέσεων.

Άνθρωποι που αντιλαμβάνονταν στη νηπιακή ηλικία τους γονείς ως αποστασιοποιημένους και αποστερητικούς, τείνουν να αντιλαμβάνονται με παρόμοιο τρόπο τους συντρόφους τους ή ακόμα και να επιλέγουν συντρόφους με ανάλογες συμπεριφορές. Αν η αντίδρασή τους τότε έδειχνε απόγνωση ή, στο άλλο άκρο, τους ωθούσε στην παθητική αποστασιοποίηση, αυτό αναμένεται να αναδυθεί και πάλι στις αντιδράσεις τους διαιωνίζοντας με αυτόν τον τρόπο το πρότυπο της σχέσης που έχουν εσωτερικεύσει ως αποτέλεσμα της κοινωνικής μάθησης.

Μέσα από τον παραπάνω μηχανισμό, φαίνεται πως οι σκοτεινές παραδοχές της ψυχανάλυσης αποκτούν υπόσταση. Οι άνθρωποι είμαστε “καταδικασμένοι” να επαναλαμβάνουμε το μοτίβο των σχέσεων με τους γονείς, πράγμα που “κουβαλάμε” μέσα μας με έναν πολύ σταθερό τρόπο που μένει αδιάβλητος κατά τη διάρκεια της ζωής αν δεν χορηγηθεί ψυχοθεραπεία ή μία γερή δόση ενός ασφαλούς δεσμού που θα μας κάνει να αμφισβητήσουμε τα πάντα. Μάλιστα, ερευνητές της θεωρίας υποστηρίζουν πως ο πρώιμος αυτός τρόπος αλληλεπίδρασης επηρεάζει και κάθε πτυχή της ζωής μας, όπως τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τη σχέση με τη δουλειά μας, την καθημερινότητά μας, τη ζωή μας, ακόμα και τη σχέση με τον ίδιο μας τον εαυτό.

Ο κάθε ένας από εμάς καλείται να ψάξει βαθιά στους λαβύρινθους της αυτοβιογραφικής του μνήμης και να ανακαλύψει ξανά εκείνα τα
οδυνηρά συναισθήματα της εγκατάλειψης και της παραμέλησης που ένιωσε ως παιδί ώστε να κοιτάξει τον “δαίμονα” των παροντικών και
μελλοντικών του σχέσεων στα μάτια. Μέσα από τη βαθιά κατανόηση και αναπλαισίωση αυτών των εμπειριών και μετά από πολλή προσωπική
δουλειά και αγώνα, άνθρωποι που έχουμε μάθει σε έναν πιο ανασφαλή τύπο δεσμού ίσως καταφέρουμε να ανακαλύψουμε ανεξερεύνητους τρόπους μέσα από τους οποίους μπορούμε να συνδεθούμε με τους άλλους και με τον εαυτό μας ώστε να βελτιώσουμε την ποιότητα της ζωής μας και της ζωής των ανθρώπων γύρω μας.

Αρθρογράφος: Άννα Αλβανού, Ψυχολόγος.